γιατί ήσουν μόνη ήρθες ξανά
κι έξω το χιόνι του θανατά,
μαύρο.
Θα σε δεχτώ,
χωρίς κουβέντα περισσή,
χωρίς κακία.
Δεν ωφελεί
να σου θυμίσω
πως εσύ
ήσουν η αιτία
και το μαχαίρι
και το μαχαίρωμα.
Ήρθες ξανά, καλώς ήρθες,
Πες ό,τι θες, μ’ άσε τις πίκρες στο κατακάθι του καφέ που σε κερνάω,
δε νοιώθω πια μήτε πονάω.
Κοίτα η φωτιά, μας βγάζει γλώσσες
μας κοροϊδεύει χαριτωμένα…
Γέλα κι εσύ!
Νάξερες πόσες νυχτιές ,με χέρια παγωμένα σε καρτερούσα.
Μα μη φοβάσαι – τον εαυτό σου,
το καλοκαίρι είναι μακριά ,
κι αν φύγεις τότε – βγαλ’ το παλτό σου,
θα 'χω και πάλι – λυσ' τα μαλλιά σου,
την προσμονή μου – γελά ψυχή μου,
για συντροφιά.Gdansk December 1979
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου