Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2022

Από πού και γιατί - Σκάνδαλο

  Στο λεξικά  η λέξη σκάνδαλο ορίζεται ως η αναστάτωση  που προκαλείται από λόγια, πράξεις, συμπεριφορά ή γεγονότα που έρχονται σε σύγκρουση με τους νόμους της ηθικής, της ευπρέπειας, της αιδούς κτλ. αλλά και κάθε υπόθεση, συμβάν, γεγονός που έρχεται σε σύγκρουση με την τρέχουσα ηθική και προκαλεί την αποδοκιμασία αλλά και το έντονο ενδιαφέρον και την περιέργεια της κοινής γνώμης, καθώς έχουν εμπλακεί σ΄ αυτό πρόσωπα που θεωρούνταν ευυπόληπτα. Ένα σκάνδαλο μπορεί να είναι πολιτικό κοινωνικό, οικονομικό, δικαστικό και αρκετές φορές, όλα αυτά μαζί. Στις μέρες μας στο στίβο της πολιτικής κυρίως τα σκάνδαλα τείνουν να αποτελέσουν τον κανόνα και όχι την εξαίρεση.

Στην Ελληνική γραμματεία η λέξη πρωτοεμφανίζεται στον Αριστοφάνη με τον παράλληλο τύπο σκανδάληθρον για το ξυλάκι της φάκας που πάνω του έβαζαν το δόλωμα και την ενεργοποιούσε, όταν το θήραμα το ακουμπούσε. Άλλος παράλληλος  τύπος είναι η σκανδάλη, που εμφανίζεται στους ελληνιστικούς χρόνους με την ίδια σημασία, του στηρίγματος που ενεργοποιεί την παγίδα λέξη που διατηρήθηκε ως τα σήμερα για το εξάρτημα του όπλου που ενεργοποιεί τον επικρουστήρα– «με το δάχτυλο στη σκανδάλη» λέμε για αυτόν που περιμένει σε εγρήγορση να δράσει την κατάλληλη στιγμή.

Η σημερινή  σημασία της λέξης σκάνδαλο  έχει την αφετηρία της στη χρήση της λέξης στην Καινή Διαθήκη, όπου εμφανίζεται και το ρήμα σκανδαλίζω με τη σημασία «βάζω σε πειρασμό» «ει δε ο οφθαλμός σου ο δεξιός σκανδαλίζει σε, έξελε αυτόν» διαβάζουμε στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, «ο αγαπών τον αδελφόν αυτού εν τω φωτί μένει, και σκάνδαλον εν αυτώ ουκ έστιν» στην επιστολή του Ιωάννου και στη συνέχεια σε αρκετά χριστιανικά κείμενα, όπου το σκάνδαλο εμφανίζεται με τη μεταφορική ανήθικη σημασία μιας πράξης ή συμπεριφοράς που προκαλεί αποδοκιμασία. Ἡ πέτρα τοῦ σκανδάλου είναι ακόμα μία φράση που κληρονομήσαμε από την Ἁγία Γραφή. Η φράση από την προς Ρωμαίους επιστολή του Απόστολου Παύλου «λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου» προέκυψε  η σημασία του προσκόμματός, του εμποδίου  στο δρόμο μας και σημερα τη λέμε για το πρόσωπο ή το γεγονός που είχε καταλυτικό ρόλο στο σκάνδαλο
και στην αποκάλυψή του.

Από πού και γιατί - Σικ

 Την άκλιτη δάνεια λέξη σικ την χρησιμοποιούμε για πρόσωπα και πράγματα, για να δηλώσουμε την καλαίσθητη κομψή καλοντυμένη αλλά και την εκλεπτυσμένη συμπεριφορά την ευπρέπεια, τη χάρη την ευγένεια και τον αριστοκρατικό χαρακτήρα Στην πορεία της στον καθημερινό μας λόγο η λέξη παρήγαγε και το επίθετο σικάτος -η  -ο για τον καλοντυμένο -σικάτο κύριο τη σικάτη κυρία, τη σικάτη εμφάνιση, το κομψό ντύσιμο. Την προέλευση της λέξης σύμφωνα με μια άγνωστη  στο ευρύ κοινό, ιστορία την οφείλουμε σε έναν νεαρό και άσημο ζωγράφο τον Ανδρέα Σικ (Andrea Chicque, 1771-1788) που ζούσε στο Παρίσι στα τέλη του 18ου αιώνα. Ο Ανδρέα Σικ ήταν μαθητής του κορυφαίου ζωγράφου της εποχής του, του Ζακ Λουί Νταβίντ, ο οποίος τον αγαπούσε και τον ξεχώριζε λόγω του ταλέντου και του χαρακτήρα του.Το αισθητικό πνεύμα και η έμφυτη αντίληψή του για τα χρώματα γοήτευαν τον δάσκαλό του. Όταν ο Σικ το 1788 σε ηλικία 17 ετών προσβεβλημένος από ευλογιά υπέκυψε, ο δάσκαλός του μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατό του, σοκαρισμένος τινάχτηκε από την καρέκλα του και κατευθύνθηκε στο
τρίποδο όπου βρισκόταν μία μισοτελειωμένη ελαιογραφία του Σικ και αντικρύζοντάς την, «αδύνατον», ψέλλισε, «δεν μπορεί να πέθανε. Πρέπει να ζήσει για να τελειώσει το έργο του». Έκτοτε όταν κάποιος μαθητής του του παρουσίαζε έναν πίνακα που δεν του άρεσε εκείνος τον απέρριπτε  λέγοντας: «Αυτό δεν είναι Σικ!» Αντιθέτως, αν κάποιος πίνακας  του άρεσε, συνήθισε να λέει: «Αυτός είναι Σικ! Πραγματικός Σικ! Έτσι το όνομα του Σικ έγινε ταυτόσημο με την τελειότητα της φόρμας και ο  χαρακτηρισμός «σικ» επεκτάθηκε ως έκφραση της αισθητικής, της συμπεριφοράς, της συνολικής εμφάνισης, της κομψότητας και κοσμικότητας.

Η λέξη αυτή δεν έχει σχέση με το ομόηχο λατινικό τροπικό επίρρημα sic, που σημαίνει έτσι και χρησιμοποιείται αποκλειστικά στον γραπτό και κυρίως στον δημοσιογραφικό λόγο  συχνά μέσα σε παρένθεση, όταν μεταφέρεται κείμενο ή λόγος τρίτου για να τονιστεί ότι η μεταφορά είναι πιστή και ότι τα λάθη ή οι ιδιαιτερότητες προέρχονται από τον αρχικό συγγραφέα και όχι από αυτόν που τα αναπαράγει. Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιείται ειρωνικά, για να επιστήσει ,ο αναμεταδίδων την προσοχή του αναγνώστη στο λάθος. 

Από πού και γιατί - Άγιος

 Το επίθετο άγιος -α -ο  στη βιβλική θεολογία, περικλείει την έννοια της απόλυτης ιερότητας και αγνότητας από λατρευτική και ηθική άποψη. Η λέξη ετυμολογείται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα ἅζω=φοβάμαι, σέβομαι, τρέμω  που με τη σειρά του προέρχεται από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα «yag». από το ίδιο ετυμολογικό θέμα έχει προέλθει και ἡ λέξη «ἁγνός» η οποία μάλιστα ήταν ἡ λέξη που χρησιμοποιείτο στην αττική διάλεκτο αντί της λέξης «ἅγιος», που δεν είχε εισαχθεί στην γλώσσα τους ακόμα. Τὸ «ἅγος»  με δασεία  σήμαινε : θρησκευτική ευλάβεια και εξαγνισμός. Αντίθετα το άγος με ψιλή είχε έκτοτε την αρνητική σημασία του μιάσματος της αμαρτίας που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα στη γλώσσα μας. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως το άγος προερχόταν από έγκλημα που ακολουθούσε στη συνέχεια το δράστη, ο οποίος έτσι καθίστατο "εναγής" δηλαδή όπως λέμε σήμερα καταραμένος. Σε άγος υπόκειντο όχι μόνο τα άτομα (δράστες, εγκληματίες) αλλά ακόμη και πόλεις και κράτη ολόκληρα στα οποία συνέβαινε ή είχε συμβεί να "μιανθούν" από σοβαρό έγκλημα πολίτη ή ομάδας πολιτών ή και
των Αρχών. Όπως το το Κυλώνειον άγος που μας περιγράφει ο Θουκυδίδης και  ήταν μια σειρά από δεινοπαθήματα και θεομηνίες που έπληξαν την αρχαία Αθήνα και που αποδόθηκαν στην οργή των θεών για τη σφαγή των οπαδών του Μεγακλή που είχαν καταφύγει στον ναό της θεάς Αθηνάς. Η λέξη «ὁ ἀγός» ποὺ σημαίνει  « αρχηγός,  ηγέτης»  δεν συνδέεται ετυμολογικά με τα προαναφερθέντα καθώς το θέμα «ἁγ-» προέρχεται από το άγω=οδηγώ Παρετυμολογικά, πολλοί θρησκευόμενοι το συνέδεσαν, θεωρώντας «ἅγιο» αυτόν που οδηγεί.

Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί Αγίους όλους τους βαπτισμένους Χριστιανούς, που ζουν σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, που αγωνίζονται για την σωτηρία της ψυχής τους και που επιδιώκουν να κατακτήσουν την Βασιλεία του Θεού. Στον 4ο αιώνα ο τίτλος “Άγιος” αρχίζει να αποδίδεται μόνο σε λίγους εκλεκτούς ΄”φίλους του Θεού”, που ξεχωρίζουν για το μαρτύριό τους, για την ζωή τους και για τα θαύματά τους. Ο Άγιος Αντώνιος ο Μέγας όμως τονίζει: “Άγιος είναι εκείνος που είναι καθαρός από κακία και αμαρτήματα”. 

 Τέλος πρώτη από όλους τον τίτλο της «Υπέρ Αγίας» έλαβε η Παρθένος Μαρία...






Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2022

ΑΠΟ ΠΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ - Λαμόγιο


Μία από τις πολλές λέξεις που προστέθηκαν σχετικά πρόσφατα στο καθημερινό μας λεξιλόγιο για να περιγράψουν τα ήθη που επικράτησαν ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, είναι η λέξη λαμόγιο. Προέρχεται από το ιταλικό έναρθρο ουσιαστικό «la moglie» (πρφ.: λα μόγιε – μτφ.: η σύζυγος). Τα Λαμόγια ήταν οι βοηθοί, οι αβανταδόροι, των παπατζήδων. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ευρέως στα ευθυμογραφήματα του Νίκου Τσιφόρου για τους τους αβανταδόρους,  τους συνεργάτες των παπατζήδων, που με το δήθεν επιτυχημένο ποντάρισμά τους στο παιχνίδι προσέλκυαν τους αφελείς, για να τους ξαλαφρώσει ο παπατζής από τα λεφτουδάκια τους. Κι όταν το ξαλάφρωμα είχε φτάσει σε επιθυμητά για τη συμμορία επίπεδα ο τσιλιαδόρος της παρέας δήθεν έντρομος φώναζε: Αστυνομία! Αστυνομία! Αμέσως ο παπατζής τύλιγε το ύφασμα με τα τρία τραπουλόχαρτα και τα λεφτά και την έκανε λαμόγιο, δηλαδή  εξαφανιζόταν τρέχοντας. δηλαδή την έκανε λαμόγιο
Η ιστορία της λέξης ξεκινάει από παρόμοια περιστατικά  στα τραπέζια του τζόγου στην Ιταλία. Τη στιγμή που κάποιος Ιταλός χαρτοπαίκτης κέρδιζε και ήθελε να φύγει από το τραπέζι για να μη ξαναχάσει, φώναζε, δήθεν φοβισμένος «la moglie, la moglie», (λαμόγιε…), ότι, δήθεν, τον έψαχνε η γυναίκα του, βούταγε βιαστικά τα χρήματα και έφευγε τρέχοντας (την έκανε λαμόγιο,  δηλαδή την κοπάνησε). Αυτή η σατιρική έκφραση έφτασε στην Ελλάδα, ενώ ξεχάστηκε στην Ιταλία, και τη χρησιμοποιούμε για να προσδιορίζουμε τον ασυνεπή τον μικροαπατεώνα και προσφάτως πολλά από τα δημόσια πρόσωπα που με τη συμπεριφορά τους έλκουν τέτοιου είδους χαρακτηρισμούς. Σύμφωνα με μια άλλη άποψη η λέξη βγαίνει από τη λέξη μόγια που χρησιμοποιείται στη λατινική Αμερική και σημαίνει απατεωνιά.

Απογείωση 1976

 Στην εξέδρα του αποχαιρετισμού  το  μαντήλι που ανέμισες  ένα τόνο πιο σκούρο απ' τη θάλασσα δύο απ' τον ουρανό τρύπα σκοτεινή στα ...