Κάθε φορά που γλωσσεύεται η μπέρδα μας, συγγνώμη, ήθελα να πω... μπερδεύεται η γλώσσα μας όταν δηλαδή υποπέσουμε σε φραστικό λάθος ή αναγραμματισμό, λέμε ότι κάναμε σαρδάμ. Αυτό συμβαίνει στον καθημερινό μας λόγο αρκετές φορές. και κάποιες περνάει απαρατήρητο, δεν συμβαίνει το ίδιο όταν απευθυνόμαστε δημόσια. Οι πάσης φύσεως ομιλητές ηθοποιοί, οι εκφωνητές, οι παρουσιαστές, οι δημοσιογράφοι, αλλά και οι πολιτικοί, τρέμουν τα σαρδάμ, γιατί πέραν του ότι προδίδουν το άγχος τους, προκαλούν γέλιο, στο ακροατήριο, αλλά και παρανοήσεις. "Δίνουμε όλοι το παρών στις κάλτσες την Κυριακή" αντί στις κάλπες, είπε αρχηγός κόμματος σε προεκλογική συγκέντρωση προκαλώντας θυμηδία στο ακροατήριο, "συγκάλυψα την επιτροπή" είπε υπουργός από το βήμα της βουλής ενώ ήθελε να πει συγκάλεσα την επιτροπή και ξεσήκωσε τους βουλευτές από τα έδρανα. Η λέξη σαρδάμ προέρχεται και καθιερώθηκε στο λεξιλόγιο μας, σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή από αναγραμματισμό του επιθέτου του πρωτοπόρου ηθοποιού και σκηνοθέτη Αχιλλέα Μαρδά, ο οποίος στα τέλη της δεκαετίας του 20 αυτοσαρκαζόμενος σε μια θεατρική παράσταση για τα πολλά του λάθη, διάβασε το όνομα του ανάποδα και από Μαρδάς έγινε Σαρδάμ. Η άποψη αυτή αμφισβητείται καθώς δεν είχε διατυπωθεί όσο ο Μαρδάς βρισκόταν εν ζωή και αποδίδεται σε ένα ευφυολόγημα του Φρέντυ Γερμανού. Αντίθετα, στην εφημερίδα Bραδυνή (11.03.1968) υπάρχει άρθρο με τίτλο "σαρδάμ: 35 χρόνια", όπου αναφέρεται ότι «η λέξις "σαρδάμ" εφέτος συμπληρώνει 35 ολόκληρα χρόνια ζωής στο θέατρο. και παρακάτω διαβάζουμε ότι: Tο 1933 ο Bασίλης Aυλωνίτης, σε μια επιθεώρηση της εποχής για μια στιγμή έχασε τα λόγια του χωρίς όμως να χάση την ψυχραιμία του συνέχιζε να κάνει μορφασμούς και να τραγουδά «σαρδάμ, σαρδάμ, σαρδάμ». Δεν μπορώ μετά βεβαιότητας να υποστηρίξω τη μία ή την άλλη εκδοχή, θεωρώ όμως πολύ πιθανόν η νεολεξία του Αυλωνίτη να σατίριζε τον σύγχρονο και πολύ γνωστό εκείνα τα χρόνια συνάδελφό του. Τέλος στην ιατρική ορολογία η διαταραχή τής έκφρασης τού προφορικού λόγου η οποία συνίσταται σε μετατροπές φωνημάτων ή λέξεων και εκδηλώνεται είτε σε μορφολογικό είτε σε σημασιολογικό επίπεδο σε σημείο να γίνεται ο λόγος
ακατανόητος, ονομάζεται παραφασία και πρόκειται για αντιδάνειο από το γαλλικό paraphasie, σύνθετη λέξη από την πρόθεση παρά και την αφασία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου