Συνδικαλισμός είναι η οργάνωση των εργαζομένων σε σωματεία (συνδικάτα) με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, των αμοιβών, της ασφάλισης, καθώς και το σύνολο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την οργάνωση αυτή. Η λέξη είναι αντιδάνειο από την γαλλική syndicalisme παράγωγο του syndique που αρχικά, τον 13ο αιώνα, προσδιόριζε τον υπερασπιστή μιας εκκλησιαστικής κοινότητας και στη συνέχεια η σημασία της επεκτάθηκε συμπεριλαμβάνοντας όλους τους εκπροσώπους υπερασπιστές των συμφερόντων ομάδας εργαζομένων.
Το ταξίδι της λέξης ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα, από τον σύνδικο τον συνήγορο υπεράσπισης του δημοσίου συμφέροντος, τον δημόσιο επίτροπο. Οι σύνδικοι εκπροσωπούσαν και υπεράσπιζαν το δημόσιο και οι συνήγοροι τους ιδιώτες. Στην ελληνική νομική ορολογία σήμερα, ο σύνδικος είναι το πρόσωπο που διορίζεται από το δικαστήριο σε περίπτωση πτώχευσης και έχει ως καθήκον να διαχειρισθεί την πτωχευτική διαδικασία. Από την Ελληνική ο συνδικος πέρασε στη Λατινική ως syndicus. Syndicus ονομαζόταν ο αξιωματούχος μιας πόλης που την εκπροσωπούσε υπερασπίζοντας και προωθώντας τα συμφέροντά της.
Από τον σύνδικο λοιπόν, στον syndicus και από τον syndicus, στον syndique και το syndicalisme και η λέξη με τα παράγωγά της επέστρεψε στην Ελληνική ως συνδικαλιστής, συνδικαλισμός, συνδικάτο συνδικαλιστικός κ.λ.π. Η δράση των συνδικαλιστών με τη μορφή που τους ξέρουμε σήμερα ως υπερασπιστές δηλαδή των δικαιωμάτων και των συμφερόντων των εργαζομένων, ξεκίνησε από τον 16ο αιώνα και σταδιακά απέκτησαν κύρος και έχαιραν της γενικότερης εκτίμησης.
Αντίθετα, σήμερα τους επαγγελματίες συνδικαλιστές που έχουν ως κύριο στόχο τη διατήρηση με κάθε τρόπο της ηγετικής θέσης τους στα συνδικαλιστικά όργανα, τους αποκαλούμε εργατοπατέρες, από το γεγονός ότι φροντίζουν να δημιουργούν επιλεκτικά και ιδιοτελώς πελατειακές σχέσεις με τους εργαζομένους. Ο όρος εργατοπατέρας εμφανίζεται πρώτη φορά στη διάρκεια του μεσοπολέμου και συγκεκριμένα στις αρχές τις δεκαετίας του 20.
Στον εορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1919 έγινε η πρώτη διάσπαση της ΓΣΕΕ που είχε ιδρυθεί ένα χρόνο νωρίτερα τον Οκτώβρη του 18 με τη συμμετοχή 214 σωματείων που αντιπροσώπευαν 65.000 εργαζόμενους. Την περίοδο που ακολούθησε μετά την διάσπαση, υπήρξαν πολλές διαμάχες στο εσωτερικό του οργάνου, που ήταν αποτέλεσμα των πολιτικών παρεμβάσεων της εκάστοτε εξουσίας.Σε περιόδους “κοινωνικής ειρήνης”, ο διαμεσολαβητικός ρόλος των εργατοπατέρων αρκείται σε ρουσφέτια, σφετερισμό κρατικής εξουσίας και αύξηση των καταθέσεών τους.Σε περιόδους κρίσης και επιβολής μέτρων υποτίμησης της εργασίας από το κράτος, λειτουργούν ως απορροφητές των κραδασμών, ώστε η δυναμική της δίκαιας οργής και αγανάκτησης να διοχετευθεί κατάλληλα, να αναλωθεί σε μάταιες μεθόδους και μορφές αγώνα, και η όλη φάση να λήξει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα και εύκολα.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου